Σάββατο 21 Μαρτίου 2020

21Μαρτίου /2 Απριλίου 1878. Η Μάχη Ματαράγκας- Πετρομαγούλας

Η Σερβία είχε κηρύξει τον πόλεμο στην Τουρκία στις 30 Ιουνίου/11 Ιουλίου 1876. Η Αγγλοκρατία στην Ελλάδα δια του Γεωργίου απαγόρευε στον Κουμουνδούρο κάθε ελληνική ανάμιξη. Τότε εμφανίστηκαν ανάμεσα στη Θεσσαλία και στον Όλυμπο, δύο μικρές ανταρτικές ομάδες με επικεφαλής τους πρώην λήσταρχους Καραπατάκη και Παναγιώτη Καλόγηρο, που παρενοχλούσαν τους τούρκους. 
Η επιβεβλημένη από το Λονδίνο ουδετερότητα στγον Σερβο-Τουρκικό Πόλεμο εξόργισε την κοινή γνώμη της Ελλάδας, και τους αξιωματικούς που δημιούργησαν τις μυστικές εταιρείες «Εθνική Άμυνα» και η «Αδελφική Ένωση», για την οργάνωση και τη χρηματοδότηση εθελοντικών επαναστατικών σωμάτων που θα δρούσαν σε συνεργασία με τους Έλληνες της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας.
 Με την παρέμβαση των προστατών της Τουρκίας Αγγλίας Γαλλίας και Αυστροουγγαρίας και Πρωσίας υπογράφηκε η ανακωχή της Κωνσταντινούπολης στις 28 Φεβρουαρίου/12 Μαρτίου 1877. 
Τον Απρίλιο, άρχισε ο 12ος Ρωσοτουρκικός Πόλεμος. 
Με το ξέσπασμα του Ρωσο-τουρκικού πολέμου ο ελληνικός λαός πήρε αμέσως θέση, ζητώντας την εμπλοκή της Ελλάδας στον πόλεμο κατά της Τουρκίας. Κάθε μέρα γίνονταν ογκώδεις συγκεντρώσεις , στους Στύλους του Ολυμπίου Διός που καλούσαν τον Κουμουνδούρο να κηρύξει τον πόλεμο στην Τουρκία, πιέζοντας τον Γεώργιο. Στο συλλαλητήριο μάλιστα που έγινε στις 22 Μαΐου 1877 και συγκεντρώθηκαν 10.000 πολίτες, και βγήκε ψήφισμα το οποίο απαιτούσε να σχηματιστεί κυβέρνηση εθνικής ενότητας, που θα διοργάνωνε στρατιωτικά τη χώρα, ώστε να συμμετάσχει στον πόλεμο. 
Η εκλεγμένη από το συλλαλητήριο αντιπροσωπεία, επέδωσε το ψήφισμα σε όλους τους πολιτικούς αρχηγούς οι οποίοι απάντησαν θετικά στα αιτήματα. 
Στις 23 και 24 Μαΐου, οι πολιτικοί αρχηγοί διαβουλεύτηκαν και αποφάσισαν την συγκρότηση «οικουμενικής κυβέρνησης» και μάλιστα αποφάσισαν να προτείνουν την πρωθυπουργία στον Κωνσταντίνο Κανάρη. Υπουργός εξωτερικών ανέλαβε ο πράκτωρ Χάρυ της Αγγλίας. 
Στις 11/23 Δεκεμβρίου 1877 η Σερβία μπήκε ξανά στον Πόλεμο. 
Στις 23 Δεκεμβρίου/4 Ιανουαρίου οι Ρώσοι μπήκαν στην Σόφια. 
Στις 28 Δεκεμβρίου/9 Ιανουαρίου, στη μάχη της Σεινόφσκα αιχμαλωτίστηκε ο Βεισέλ Πασάς με τον Στρατό του. Οι οθωμανικές ένοπλες δυνάμεις είχαν υποστεί ανεπανόρθωτες απώλειες. 
Στις αρχές Ιανουαρίου 1878, ο Λεωνίδας Βούλγαρης, επικεφαλής σώματος 150 ανδρών, αποβιβάσθηκε στις απέναντι από τη Σκιάθο ακτές του Πηλίου, αφού ισχυρή θαλασσοταραχή τον εμπόδισε να αποβιβαστεί στην παραλία Λιτόχωρου, που ήταν η αποστολή του.
 Ο ίδιος ο Βούλγαρης επέστρεψε στην Αθήνα όπου προετοίμασε την αποστολή στο νότιο Πήλιο δευτέρου σώματος, υπό το Θεσσαλό μοίραρχο Ζήσιμο Μπασδέκη. 
Στις 4/16 Ιανουαρίου απελευθερώθηκε από τους Ρώσους η Φιλιππούπολη και στις 8/20 Ιανουαρίου τα ρωσικά στρατεύματα εισήλθαν στην Αδριανούπολη. 
Ενώ στο Πήλιο ο εξοπλισμός των κατοίκων προχωρούσε ταχύτατα, και οι πρώτες συμπλοκές με τουρκικά αποσπάσματα απέβαιναν υπέρ των επαναστατών, ανάλογες προετοιμασίες γίνονταν νοτιότερα στην περιοχή Αλμυρού. 
Η απόφαση για τον Αλμυρό είχε παρθεί την παραμονή του νέου έτους 1878, σε σύσκεψη που έγινε στο σπίτι του Κουμουνδούρου.
Στη σύσκεψη εκείνη, είχε αποφασισθεί να αναχωρήσει ο λοχαγός Ισχόμαχος για τη Λαμία, από όπου θα αναλάμβανε το γενικό συντονισμό της εξεγέρσεως του Αλμυρού και γενικότερα της Θεσσαλία .
Στις 11/23 Ιανουαρίου έπεσε η ουδέτερη «Οικουμενική» και ο υπουργός Εξωτερικών Χάρυ και σχημάτισε κυβέρνηση ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος με υπουργό Εξωτερικών τον Θεόδωρο Δηλιγιάννη και «επί των Στρατιωτικών υπουργός» τον ταγματάρχη Σωτήριο Πετιμεζά.
 Ήδη ένοπλα σώματα Ελλήνων επαναστατών ελευθερώνουν το Σμόκοβο και τη Ρεντίνα. Προς τα εκεί κατευθύνεται ο Λοχαγός Κωνσταντίνος Ισχόμαχος, για να οργανώσει καλύτερα τα άτακτα εθελοντικά σώματα, ελπίζοντας και στην επίθεση του ελληνικού στρατού. 
Χωρίς την κήρυξη πολέμου, ο ελληνικός στρατός εισέβαλλε στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλία, στις 21 Ιανουαρίου/2 Φεβρουαρίου του 1878. Επικεφαλής αντιστράτηγος Σκαρλάτος Σούτσος με δύναμη 8500 πεζών, 300 ιππέων και 4 πυροβολαρχιών. 
Στις 23 Ιανουαρίου/4 Φεβρουαρίου, έφτασε στην πόλη του Δομοκού, την οποία και απελευθέρωσε.
 Η αγγλική κυβέρνηση απείλησε με κυρώσεις την Ελλάδα, αν δεν ανακαλέσει το στρατό που εισέβαλε στη Θεσσαλία. 
Έτσι εκδόθηκε η αιφνίδια τηλεγραφική εντολή της επιστροφής του στρατού στη Λαμία, κάτι που προκάλεσε απογοήτευση, θυμό και αγανάκτηση στο στράτευμα. Ήταν 27 Ιανουαρίου/8 Φεβρουαρίου του 1878. 

Το στράτευμα ετοιμαζόταν να αποχωρήσει, όταν μια ομάδα με περίπου 20 Υπαξιωματικούς με αρχηγό 
τον Επιλοχία Δημήτριο Τερτίπη
βγήκε από τις γραμμές και αρνήθηκε να αποχωρήσει. «Θα μείνουμε ενταύθα ίνα υπερασπισθώμεν τους αδελφούς μας, τους κατοίκους, από την εκδίκησιν και την μάχαιραν των Τούρκων», δήλωσαν . Γύρω από τους υπαξιωματικούς συσπειρώθηκαν περίπου 150 στρατιώτες. Την επόμενη μέρα με 96 στρατιώτες συμπορεύτηκε με τον Δημήτριο Τερτίπη ο Επιλοχίας και φίλος του Γεώργιος Λάιος. Αυτοί οι ένθερμοι πατριώτες τότε χαρακτηρίστηκαν λιποτάκτες. Υπό την πίεση των Βρετανών, η Ρωσία αποδέχθηκε την ανακωχή που προσέφερε η ηττηθείσα Οθωμανική Αυτοκρατορία στις 31 Ιανουαρίου/12 Φεβρουαρίου 1878.
Το μνημείο των πεσόντων στη Ματαράγκα
Οι Τούρκοι συγκέντρωσαν μεγάλο αριθμό στρατιωτών και 
στις 21 Μαρτίου/2 Απριλίου 1878 οδήγησαν τις δυνάμεις τους στην ευρύτερη περιοχή της Ματαράγκας, όπου ήταν το προπύργιο των επαναστατημένων Ελλήνων. Η δύναμη των τούρκων ήταν 4.500 πεζικάριοι, 600 ιππείς και τέσσερα ορεινά τηλεβόλα. Διοικητής ο Χασάν Πασά της Καρδίτσας. Ο τουρκικός στρατός είχε παραταχθεί σε δύο σώματα: Το ένα από την πλευρά της Καρδίτσας και το άλλο προερχόταν από Λάρισα και Φάρσαλα για να περικυκλώσουν τους επαναστάτες. Στη Ματαράγκα βρίσκονται 40 άντρες με επικεφαλής το λοχία Λάζο. Το σώμα αυτό ενισχύθηκε, μόλις άρχισε η σύγκρουση, με δυο διμοιρίες στρατιωτών από τουςΣοφάδες. 
Στον Πύργο Ματαράγκας βρίσκονταν οι Δημήτριος Τερτίπης και ο Γεώργιος Λάιος, με το Σώμα των Υπαξιωματικών και των εθελοντών. Στο Μπαταλάρ (Κυψέλη) ήταν ο Δ. Σούτσος, με μικρή δύναμη. Στο Μασχολούρι διανυκτέρευε 
ο αρχηγός Κων. Ισχόμαχος. Συνολικά οι επαναστάτες ήσαν 800 εξαπλωμένοι σε ευρύτατο μέτωπο. Ο άμαχος πληθυσμός έφυγε για τα ορεινά. Η μάχη άρχισε στις 5 το πρωί της 21ης Μαρτίου του 1878. . Ο Ισχόμαχος έστειλε για ενίσχυση της Ματαράγκας τον Κοντογιάννη με το σώμα του και ο ίδιος, με μια διμοιρία στρατιωτών, 40 εθελοντές και 11 γενναίους Χαλκιδιώτες, εγκατέστησε το αρχηγείο του στον Μογγολίνο λόφο, δίπλα στην Πετρομαγούλα. 
Ο λοχίας Γεώργιος Λάιος υπεράσπιζε το λόφο της Πετρομαγούλας με 60 περίπου άντρες, αντιμετωπίζοντας τον κύριο όγκο του τουρκικού στρατού. 
Στη Ματαράγκα εκτυλίχτηκαν σκηνές ανείπωτου ηρωισμού, αλλά, μπροστά στο χείμαρρο των εχθρικών επιθέσεων, οι επαναστάτες περί τις 9 το πρωί υποχώρησαν προς το χωριό Πύργος Ματαράγκας. Στη γέφυρα του Αμπάζ Αγά, οι 18 του Τερτίπη, αφού έριξαν και την τελευταία σφαίρα του γκρα, συμπτύχθηκαν στην Πετρομαγούλα. Στην κορυφή της Πετρομαγούλας ο Λάιος, έδωσε ομηρική μάχη, αντιμέτωπος με ένα τάγμα του τουρκικού στρατού. Πάνω στον αγώνα έπεσε μαχόμενο . Ο κλοιός γύρω από την Πετρομαγούλα και το Μογγολίνο λόφο συνεχώς έκλεινε. Περί τις 16.30 σώμα 100 περίπου ελλήνων επαναστατών ενεπλάκη στη μάχη από την κατεύθυνση του Μοσχολουρίου.
 Ο Δημήτριος Τερτίπης, στη θέα της βοήθειας διέταξε αντεπίθεση με τις ξιφολόγχες .Οι ανδρείοι της Πετρομαγούλας, ανέτρεψαν του Τούρκους που υποχώρησαν.Η μάχη είχε κριθεί. Κατά τις 8 το βράδυ οι Τούρκοι αποχώρησαν και οι Έλληνες συμπτύχθηκαν προς τα Άγραφα. 

Σπυρίδων Χατζάρας 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου